Σύμβαση Προμήθειας Πυραύλων Exocet μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας
Ο υπουργός Άμυνας, Νίκος Δένδιας, υπέγραψε πρόσφατα σύμβαση για την προμήθεια 16 πυραύλων Exocet με τον Γάλλο ομόλογό του, Σεμπαστιάν Λεκορνί. Η υπογραφή αυτή πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας ειλικρινούς συνάντησης που επιβεβαίωσε τη στενή σχέση και τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες μοιράζονται κοινές αξίες.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, οι δύο πλευρές αναγνώρισαν τη φιλία που διατηρούν μεταξύ τους, κάνοντας αναφορά στη σημαντική υπογραφή της συμφωνίας εταιρικής σχέσης για την ασφάλεια το 2021. Ο Νίκος Δένδιας υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι πεπεισμένη πως η Γαλλία θα λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις της την ασφάλεια της χώρας και τη διατήρηση του τεχνολογικού πλεονεκτήματος έναντι των αναθεωρητικών δυνάμεων.
Η προμήθεια των 16 Γαλλικών αντιπλοϊκών πυραύλων Exocet εντάσσεται σε μια στρατηγική κίνηση για να αντισταθμιστεί το ενδιαφέρον της Τουρκίας για τους πυραύλους Meteor. Η συγκεκριμένη κίνηση αναμένεται να ενισχύσει τη στρατηγική θέση της Ελλάδας στην περιοχή.
Ο Γάλλος υπουργός Άμυνας επισκέφτηκε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας, όπου και έγινε δεκτός με τιμές από αγήματα. Στη συνέχεια είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Νίκο Δένδια, κατά τη διάρκεια της οποίας εξετάστηκαν οι διμερείς σχέσεις και η προμήθεια των πυραύλων Exocet.
Ακολούθως, ο Λεκορνί επισκέφθηκε το Μέγαρο Μαξίμου για συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτή η συνάντηση πραγματοποιήθηκε σε μια κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία, με εντεινόμενη κινητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και τις διεργασίες στο τρίγωνο «Βρυξέλλες – Παρίσι – Βερολίνο» να κορυφώνονται, με κύριο ζητούμενο την ενίσχυση της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας.
Επιπλέον, αναμένεται σύντομα στην Ελλάδα η φρεγάτα F-601 «Κίμων», που αποτελεί τη τρίτη κατά σειρά ελληνική Belharra. Το ενδεχόμενο απόκτησης της τέταρτης φρεγάτας FDI με στρατηγικά όπλα, όπως οι πυραύλοι SCALP Naval, παραμένει ανοικτό στις διαπραγματεύσεις. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, τόνισε ότι «δεν είμαστε πλούσιοι», υπογραμμίζοντας την ανάγκη της χώρας να μετρά τις επιλογές της και να διαπραγματεύεται προσεκτικά, προσβλέποντας στη στήριξη από φιλικές χώρες και επιχειρήσεις, παραπέμποντας έτσι την ευθύνη στα χέρια της Γαλλίας για πιθανές βελτιώσεις στις προσφορές.