Ένας στους οκτώ ανθρώπους στον κόσμο είναι παχύσαρκος. Αυτό προκύπτει από μια μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) που δημοσιεύθηκε σήμερα Παρασκευή από το εξειδικευμένο περιοδικό The Lancet, η οποία προειδοποιεί ότι αυτή η χρόνια ασθένεια έχει γίνει η πιο κοινή μορφή υποσιτισμού.
Μεταξύ των παιδιών και των εφήβων στον κόσμο, το ποσοστό παχυσαρκίας το 2022 ήταν τέσσερις φορές υψηλότερο από το 1990, ενώ, μεταξύ των ενηλίκων, το ποσοστό αυτό διπλασιάστηκε στους γυναίκες και σχεδόν τριπλασιάστηκε στους άνδρες.
Συγκεκριμένα, η έκθεση εκτιμά ότι περίπου 159 εκατομμύρια παιδιά και έφηβοι μεταξύ 5 και 19 ετών υπέφεραν από παχυσαρκία το 2022, αριθμός που στους ενήλικες αυξήθηκε σε 879 εκατομμύρια ανθρώπους, που αντιπροσωπεύει το 43% του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού.
«Είναι πολύ ανησυχητικό το γεγονός ότι η επιδημία παχυσαρκίας που ήταν εμφανής μεταξύ των ενηλίκων σε μεγάλο μέρος του κόσμου τη δεκαετία του 1990 αντικατοπτρίζεται τώρα και στα παιδιά και τους εφήβους», δήλωσε ένας από τους ερευνητές, ο καθηγητής Majid Ezzati.
Η μελέτη έχει δεδομένα από περισσότερες από 190 χώρες και έχει εκπονηθεί σε
συνεργασία με το Imperial College του Λονδίνου.
Μεταξύ 1990 και 2022 το ποσοστό των παιδιών που επηρεάστηκαν από λιποβαρή (χαμηλό βάρος σε σχέση με την ηλικία) μειώθηκε κατά το ένα πέμπτο μεταξύ των κοριτσιών και κατά περισσότερο από το ένα τρίτο στα αγόρια, ενώ μεταξύ των ενηλίκων μειώθηκε περισσότερο από το μισό κατά την ίδια περίοδο.
Τα αυξανόμενα επίπεδα παχυσαρκίας σε συνδυασμό με αυτή τη μείωση του αριθμού των λιποβαρών από το 1990 έχουν καταστήσει το υπέρβαρο την πιο κοινή μορφή υποσιτισμού στις περισσότερες χώρες.
Ωστόσο, «η ανεπαρκής διατροφή και η παχυσαρκία είναι οι δύο πλευρές του ίδιου προβλήματος, της έλλειψης πρόσβασης σε υγιεινές δίαιτες », δήλωσε ο διευθυντής του Τμήματος Διατροφής και Ασφάλειας Τροφίμων του ΠΟΥ, Francesco Branca.
Ο Μπράνκα υπενθύμισε ότι ενώ η ανεπαρκής διατροφή θέτει πολλά παιδιά σε μεγαλύτερο κίνδυνο ασθένειας και θανάτου, ειδικά σε περιοχές όπως η Ανατολική Αφρική ή η Νότια Ασία, η παχυσαρκία μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη ή ακόμη και σε ορισμένους τύπους καρκίνου.
Σύμφωνα με τα δεδομένα που συλλέχθηκαν, οι χώρες με τον υψηλότερο επιπολασμό της παχυσαρκίας το 2022 είναι στο αρχιπέλαγος του Ειρηνικού και της Καραϊβικής, όπου σχεδόν τα δύο τρίτα των ενηλίκων είναι παχύσαρκοι.
Στην ευρωπαϊκή ήπειρο, το Ηνωμένο Βασίλειο είδε το ποσοστό παχυσαρκίας του να αυξάνεται από 13,8% το 1990 σε 28,3% το 2022 για τις γυναίκες και από 10,7% σε 26,9% για τους άνδρες, με επικράτηση της παχυσαρκίας που κατατάσσεται στην 87η θέση παγκοσμίως για τις γυναίκες και στην 55η για άνδρες το 2022.
Στον αντίθετο πόλο, η Κίνα κατέλαβε την 190η θέση στον κόσμο για τις γυναίκες, την 11η χαμηλότερη στην παγκόσμια κατάταξη και την 149η για τους άνδρες, την 52η χαμηλότερη, το 2022.
Οι διαταραχές που προκαλούνται από την πανδημία ή τις συγκρούσεις μπορούν να επιδεινώσουν τα παγκόσμια ποσοστά και των δύο μορφών υποσιτισμού, αυξάνοντας τη φτώχεια και το κόστος των τροφίμων.
Δεδομένης αυτής της κατάστασης, οι ειδικοί διαβεβαίωσαν ότι είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν ολοκληρωμένες πολιτικές για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, όπως κανονισμοί για την εμπορία επιβλαβών τροφίμων και ποτών που απευθύνονται σε παιδιά.
Έχουν επίσης προτείνει πρωτοβουλίες για τη ρύθμιση της πώλησης προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, ζάχαρη και αλάτι κοντά στα σχολεία ή πολιτικές τιμολόγησης και διατροφικής επισήμανσης για την προώθηση πιο υγιεινών διατροφών.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Tedros Adhanom Ghebreyesus, υπενθύμισε ότι η επίτευξη των παγκόσμιων στόχων για τη μείωση της παχυσαρκίας θα απαιτήσει την κοινή εργασία των κυβερνήσεων, των κοινοτήτων και των εθνικών οργανισμών δημόσιας υγείας, καθώς και τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα, ότι «πρέπει είναι υπόλογη για τις επιπτώσεις στην υγεία των προϊόντων της».
Πηγή: RTVE.es, EFE ΕΡΤ
Μετάφραση: Αθανάσιος Ρούντος